liviandad - ορισμός. Τι είναι το liviandad
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

Τι (ποιος) είναι liviandad - ορισμός

Liviandad del Imperdible

liviandad      
sust. fem.
1) Calidad de liviano.
2) fig. Acción liviana.
liviandad      
liviandad f. Cualidad de liviano. Acción liviana.

Βικιπαίδεια

Liviandad del imperdible

Liviandad del imperdible fue un colectivo madrileño creado a finales de los años 70. Entre sus integrantes, destacaron Fernando Márquez El Zurdo, Bernardo Bonezzi y Olvido Gara Alaska, integrantes del grupo musical Kaka de Luxe, grupo seminal de la Movida Madrileña.

Παραδείγματα από το σώμα κειμένου για liviandad
1. Extravagancia de los distribuidores, obnubilados por la liviandad americana y una taquilla segura.
2. Obras orgánicas, de formas sencillas y onduladas, que combinan la poética del color con la liviandad de la flora marina. (Petrixtoll, 8). - Joan Prats.
3. Con el calor y la liviandad en la ropa, por el contrario, la predisposición emocional y sensitiva para el amor es mayor.
4. Porque era un crítico severo de la liviandad que incorporaban los adelantos tecnológicos a la investigación y al léxico de los nuevos periodistas.
5. Ricci Bitti también es miembro de la Agencia Mundial Antidóping, el organismo que sostuvo fuertes disputas con la ATP a la que llegó a acusar hace unos meses de supuesta liviandad en sus controles.
Τι είναι liviandad - ορισμός